- Δρυόπης
- Δρυόπηfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ευρύπυλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Ορμένιου της Θεσσαλίας, γιος του Ευδαίμονα. Ήταν ένας από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Εκστράτευσε εναντίον της Τροίας με 40 πλοία. Τον τραυμάτισε ο Πάρις, αλλά τον θεράπευσε ο Πάτροκλος. Ήταν ένας … Dictionary of Greek
σκαπέτι — Ημιορεινός οικισμός (164 κάτ., υψόμ. 270 μ.), στην επαρχία Τροιζηνίας του νομού Πειραιώς. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Δρυόπης και βρίσκεται στην Πελοπόννησο. * * * το, Ν [σκάπτω] τσάπα, αξίνα … Dictionary of Greek
Άμφισσος — Μυθολογικό πρόσωποασιλιάς των Δρυόπων, γιοςτου Απόλλωνα και της Δρυόπης, την οποία ο Ανδραίμων νυμφεύτηκε έγκυο. Ο Ά. έχτισε την πόλη Οίτη κοντά στο ομώνυμο βουνόκαι ναό του πατέρα του Απόλλωνα, απ’ όπου οι Νύμφες άρπαξαν τη μητέρα του και την… … Dictionary of Greek